Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2009

Ούτως ημίν κατά φύσιν πέφυκεν

Για τη μεταφυσική της προσαρμογής

Του ΚΩΣΤΑ Ε. ΜΠΕΗ

Κατά τη σύγχρονη επιστημονική γνώση, τα πρώτα ίχνη ζωής στη Γη εμφανίστηκαν περίπου πριν από 4 ή 5 δισεκατομμύρια χρόνια, όταν από τα αμινοξέα πρόεκυψαν οργανικά μόρια πρωτοβακτηριδίων. Πολύ αργότερα αυτά απέκτησαν πυρήνα, που προικοδοτήθηκε με τον έκτοτε συνεχώς εμπλουτιζόμενο και κληρονομικά μεταφερόμενο γενετικό κώδικά τους, ευρύτερα γνωστόν ως DNA. Απ' αυτές τις απαρχές, και μέσ' από αδυσώπητες συνθήκες αφανισμού, αλλά και πεισματικής αντίστασης για προσαρμογή και επιβίωση, συντελέστηκαν η συνένωση περισσότερων κυττάρων σε πολυκυτταρικούς οργανισμούς μέσα στα παγωμένα νερά της θάλασσας, ο σταδιακός εξοπλισμός τους με σκελετό, οι διάφορες ποικιλίες του ζωικού βασιλείου, και ακόμη ειδικότερα η εξέλιξη από τα πρωτόγονα ανθρωποειδή όντα (πριν από 4 ή 5 εκατομμύρια χρόνια) διαμέσου του homo erectus και του homo habilis στις σύγχρονες φυλές του homo sapiens, ήδη πριν από 30 με 50 χιλιάδες χρόνια. Αυτή η πορεία της ζωής στη Γη συντελέστηκε διαμέσου της ετοιμότητας του γονιδιώματος γι' αντίσταση, παρακινώντας σε νέα αναπροσαρμογή του φυσικού εξοπλισμού.
Ισως ο αναγνώστης ν' αντιπαρατηρήσει ότι η θέληση γι' αντίσταση προϋποθέτει εγκεφαλική λειτουργία, που δεν διέθεταν οι μακρινοί πρόγονοί μας. Παραβλέπεται έτσι ότι η δύναμη γι' αντίσταση δεν απορρέει μόνον από εγκεφαλική προτροπή. Μπορεί ν' απορρέει από το γενετικό προγραμματισμό (το DNA), του οποίου η ανακάλυψη εντάσσεται στη δική μας εποχή, όμως σε φιλοσοφική διάσταση είχε μιλήσει σχετικώς ο Πλάτων, καθώς επανειλημμένα και σε διαφορετικά έργα του είχε προσφύγει στο ρήμα «πέφυκε» με την έννοια του ότι αφ' εαυτού είναι φυτεμένος μέσα μας ο προγραμματισμός: «ούτως ημίν κατά φύσιν πέφυκεν» (Νόμοι, 733 a 7), με ιδιαίτερη έμφαση στον έμφυτο προγραμματισμό μας, όχι μόνο για τα ωραία και τα ιδανικά, λ.χ. με την παραδοχή «πέφυκε της ψυχής ημών δύναμις εράν τε του αληθούς και πάντα ένεκα τούτου πράττειν» (Φίληβος, 585 d 4-5), αλλά και στο να μισούμε με πάθος κάθε τι που μας βλάπτει ή μας απειλεί: «πέφυκεν Ερως μισείν» (Συμπόσιο, 195 b 3).

Στη φιλική χριστουγεννιάτικη συντροφιά μας, όπου διατυπώθηκαν αυτές οι θέσεις, με αφορμή τις πρόσφατες θυελλώδεις ταραχές, κάποιος αντέτεινε πως η προβολή του επικαλούμενου έμφυτου έρωτα για μίσος ενθαρρύνει σε περαιτέρω εμπρησμούς και λεηλασίες καταστημάτων. Η συζήτηση κοντοστάθηκε στον αντίποδα της καθολικής χρεοκοπίας των θεσμών διαμέσου της ληστρικής διάθεσης των διαχειριστών, ως αιτίας του ξεσηκωμού. Ξαναγύρισε όμως ο λόγος στη φιλοσοφική του διάσταση, καθώς άλλος ανέφερε ότι, κατά τον Πλάτωνα, ακόμη και η νοσταλγία του ανθρώπου για το θείο, εξίσου έχει τις ρίζες της στον γενετικό προγραμματισμό μας, δηλαδή ότι από τη φύση είμαστε προγραμματισμένοι να νοσταλγεί η ψυχή, σαν φτερό να πετάξει ψηλά, στον υπερβατικό εκείνον κόσμο, όπου αναζητεί ν' αντικρίσει το θείο, ως τον σωρείτη από τις ύψιστες ιδέες της ομορφιάς της φρόνησης και της καλοσύνης [Φαίδρος, 246 d 6 - e 2: «πέφυκεν η πτερού δύναμις (...) άγειν άνω (...) ή το των θεών γένος οικεί (...), το δε θείον καλόν, σοφόν, αγαθόν»].
Ετσι εξηγείται, γιατί και πώς, παρά τις οδυνηρές ανωμαλίες που βιώνουμε, δεν μας απολείπει το θάρρος, και δεν είμαστε πρόθυμοι ν' αποδοκιμάσουμε μονόπλευρα τις φωνές αγανάκτησης κι αντίστασης των παιδιών μας, μέσα στους φλεγόμενους δρόμους.
Οι νέοι πήραν στα χέρια τους το κίνημα της αγανάκτησης, αφού οι γονείς τους δεν βρίσκονται έξω από το σάπιο σύστημα. Η αντίδραση είναι αναπόφευκτη, καθώς, πολύ πριν από τον Πλάτωνα, ο Ηράκλειτος, κορυφαίος προσωκρατικός φιλόσοφος, αλλά και διακριτικός ιερέας του εφέσιου Απόλλωνα, είχε τονίσει ότι όλα συντελούνται στο πλαίσιο μιας αδιάκοπης αντιμαχίας. Η αέναη σπειροειδής εναντιοτροπή του φυσικού σύμπαντος και των ανθρώπινων συμπεριφορών συνθέτουν σταθερή ενότητα των αντιθέτων, ώστε τελικώς να κυριαρχεί «το αντίξουν συμφέρον» με αποτέλεσμα να προκύπτει «εκ των διαφερόντων καλλίστη αρμονία», έτσι που τελικά όλα να προκύπτουν μέσ' από σφορδές αντιπαλότητες «και πάντα κατ' έριν γίνεσθαι» (Diels - Kranz, Ι 152, 8-10).

Ακούγοντας αυτήν την τοποθέτηση, φίλος της χριστουγεννιάτικης συντροφιάς μας θέλησε να με πειράξει, συμπεραίνοντας πως, παρά τις επιδρομές, τις πυρπολήσεις και τους καπνούς που κατέκλυσαν τα τηλεοπτικά προγράμματα των ειδήσεων, ακόμη και στο εξωτερικό, εγώ τόλμησα και απαθώς βίωσα στιγμές φιλοσοφικής ανάτασης και μεταφυσικής έξαρσης.
Εμεινε όμως με μετέωρη την απορία, καθώς του απάντησα καταφατικά και πρόθυμα του αφηγήθηκα σχετικώς ότι στον μικρό ναό της Παναγίτσας, η μεικτή χορωδία του λαμπρού συνθέτη και δασκάλου της Μουσικής Νίκου Φυλαχτού έψαλε κυριολεκτικά με αγγελικές φωνές, που μας ανέβασαν σ' άλλους κόσμους. Φίλος καλός και σοβαρός, ο Παναγιώτης, από τη μακρινή εποχή των μεταπτυχιακών σπουδών μας στο Μόναχο, μου έγραψε σχετικώς: «Από παιδί είχα να αισθανθώ τέτοια κατάνυξη σε εκκλησία. Να αισθανθώ ότι ο λόγος που ακούω δεν είναι γήινος και καθημερινός (...) Θυμάμαι ότι ακούγοντας τη Johannes Passion και τη Matthaus Passion στο Μόναχο, είπα: όσα πρόσφερε ο Bach με τη μουσική του στη χριστιανική θρησκεία, δεν την πρόσφερε το ιερατείο της εδώ και 2.000 χρόνια».

Ανάλογες συγκινήσεις είχα νιώσει να με διαπερνούν και μια εβδομάδα νωρίτερα, στην ανεμοδαρμένη Κορυφούλα, πίσω από τον Βράχο του Ζαλόγγου. Στη μικρή εκκλησία του Αϊ-Γιώργη, μαζί με τους 34 κατοίκους που έχουν απομείνει, είχαν προσέλθει από κοντινές και μακρινές αποστάσεις δυο φορές άλλοι τόσοι, ν' ανεβούν τη μυστική κλίμακα που μετάγει τους εκ γης προς ουρανόν διαμέσου των ύμνων της Εκκλησιαστικής Χορωδίας των Ηχοχρωμάτων. Ξημερώματα ξεκινούν κάθε φορά από την Πρέβεζα -τώρα μέσα στο χειμωνιάτικο αγιάζι και στην ομίχλη των κακοτράχαλων βουνών. Αυτή τη φορά, τ' αμάξι του Σπύρου, φορτωμένο και με το μικρό αρμόνιο, σκόνταψε πάνω σε μικρό βράχο που είχε κατρακυλήσει στην άκρη του σκοτεινού δρόμου. Εσκασε το λάστιχο και κακόπαθε τ' αμάξι, ευτυχώς δίχως ανθρώπινα θύματα. Κατέφθασαν αργοπορημένοι. Και έψαλαν με μια κατανυκτικότητα, που δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από τη μυσταγωγία που βιώναμε στα νιάτα μας, ακούγοντας στους γερμανικούς ναούς τ' αριστουργήματα του Haendel, του Bach και του Mozart.

www.kostasbeys.gr

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 31/12/2008

Δεν υπάρχουν σχόλια: